Του Στέλιου Παπουτσά
Στα πλαίσια των θερινών γυμνασίων του Στόλου, (αναφερόμεθα στις αρχές της 10ετίας του 1950), εσυνηθίζετο, στο πέρας ή στο ενδιάμεσο αυτών, επίσκεψη εθιμοτυπική ή φιλοφροσύνης σε ένα Ελληνικό λιμάνι. Ήταν μια εκδήλωση που τιμούσε την πόλη που φιλοξενούσε το σύνολο σχεδόν των ενεργών πολεμικών πλοίων, αφού εθεωρείτο επίσημη αναγνώριση προς τη σημαντικότητά της.
Η επίσκεψη του Στόλου σε ελληνικά λιμάνια, συνιστούσε ένα γεγονός που έπαιρνε πανηγυρικό χαρακτήρα και υπερκάλυπτε πολλές φορές τη σοβαρότητα της επίσκεψης.
Γνωστή είναι και η επικρατήσασα φράση: «Ήλθε ο Στόλος!». Σήμερα, ίσως, ο θεσμός αυτός να έχει μετατραπεί.
Ας παρακολουθήσουμε λοιπόν την τότε επικρατούσα τακτική, αποδιδόμενη από προσωπική εμπειρία του γράφοντος.
Η είσοδος του Στόλου στο λιμάνι, με την επιβλητικότητά του, με τα πληρώματα του καταστρώματος στις εντεταγμένες θέσεις και την αυστηρότητα που χαρακτηρίζει τη στιγμή της προσόρμισης, δημιουργούσε εντύπωση στο περί το λιμένα παρακολουθούντα κοινό. Ταυτόχρονα δημιουργούσε και σύγχυση περί του πρακτέου στους κυβερνήτες των πλοίων, καίτοι είχαν προσχεδιαστεί οι επί μέρους κινήσεις των επί χάρτου, ενώ ο δεχόμενος την επίσκεψη πληθυσμός με ενδιαφέρον παρακολουθούσε τα διατρεχόμενα.
Κατόπιν, όταν τελείωναν οι μανούβρες περί το αγκυροβόλιο και την πρυμνοδέτηση, τότε άρχιζε η κίνηση των αυτοκινούμενων λέμβων, από τα πλοία που δεν προσεδάφιζαν σκάλα, έμφορτες ναυτών. Ήταν η στιγμή των «εξοδούχων». Η πραγματοποίηση της αναμενόμενης με ανυπομονησία αποβίβασης του πληρώματος στη στεριά.
Θα ήσαν ώρες ελευθερίας, ευθυμίας, μακριά από το συνεχές βλέμμα της αυστηρότητος και της πειθαρχίας. Θια ανάσα από τη σκληρή ζωή μέσα στα στενά και ζεστά διαμερίσματα του σκάφους. Ιδίως στα «Αγγλικού τύπου» πλοία, με τις κρεμαστές από γάντζο πάνινες πράντες, στο υποκατάστρωμα της πλώρης του πλοίου. Θια ταλαιπωρία και αυτή ακόμη η ξεκούραση.
Αλλά και αυτή η έξοδος, προβληματική, τελούσε υπό προϋποθέσεις. Δηλαδή, το πλοίο να μην είναι «σκοπούν» και ο προς έξοδο να ανήκει στην «τειχαρχία» εξόδου και να μην έχει τιμωρηθεί με ποινή «στέρηση εξόδου». Και προσθέτως, να εγκριθεί κατά την επιθεώρηση η καλή εμφάνισή του. Θαλλιά, ξύρισμα, παπούτσια γυαλιστερά, άψογο το ντύσιμο: κολλαρίνα, μαντίλι, φιόγκος, κορδόνι σωστά τοποθετημένο, καπέλο καθαρό και άλλα πολλά. Να επισημανθεί ότι, τότε η πολιτική ενδυμασία δια τους στρατεύσιμους ήταν αυστηρώς απηγορευμένη.
Από αυτούς λοιπόν τους τυχερούς, που τελικά κατόρθωναν να λάβουν την ποθητή άδεια, φέροντες την καθαρή στολή εξόδου, γέμιζε η επισκεπτόμενη πόλη. Θα αναζητούσαν για λίγες ώρες κάποια αλλαγή, κάποια μικροδιασκέδαση. Και τα κάθε είδους καταστήματα, ανοικτά για την περίσταση, θα κάλυπταν αυτές τις ανάγκες. Και ό,τι άλλο διέθετε κυρίως το λιμάνι. Από κοντά όμως και οι άνδρες της «Περιπόλου», για την καταστολή τυχόν ανάρμοστης συμπεριφοράς των ναυτών.
Η έξοδος των αξιωματικών ακολουθούσε εκείνη των πληρωμάτων, αφού προηγουμένως το πλοίο, όπου επέβαινε ο Αρχηγός ή ο Ανώτερος Διοικητής (εάν δεν συμμετείχε ο Αρχηγός του Στόλου), δεχόταν επισήμως τις Αρχές του Τόπου.
Αργότερα, διά τον Αρχηγό και τους αξιωματικούς, δινόταν από μέρους των Αρχών της Πόλης η καθιερωμένη επίσημη δεξίωση.
Κατ’ αυτήν, οι αξιωματικοί έπρεπε να φέρουν επίσημη στολή. Η ατμόσφαιρα ήταν λίαν ευχάριστη και η εντόπιος άρχουσα τάξη επεδείκνυε αβροφροσύνη και την επιβαλλομένη για την περίσταση άκρα ευγένεια.
Οι παριστάμενες Κυρίες του τόπου, δραττόμενες της ευκαιρίας, παρευρίσκονταν φέρουσες μεθ’ εαυτών τους διατιθέμενους θησαυρούς εκ ποικίλων κοσμημάτων και τις διαφυλασσόμενες, για τέτοιου είδους περιστάσεις, υψηλής ραπτικής ενδυμασίες.
Επακολουθούσε η ανταπόδοση της δεξιώσεως επί των πλοίων και κυρίως στο πλοίο όπου επέβαινε ο Αρχηγός ή ο Ανώτερος Διοικητής.
Αλλά και για το μη συμμετέχον στις ως άνω συνευρέσεις κοινό, καθιερώνονταν ώρες επισκέψεως επί των πλοίων. Οι δε επισκέπτες επεδείκνυαν στα πληρώματα τη συμπάθειά τους και τη φιλοφροσύνη τους.
Ιδιαίτερη στιγμή, με τη δύση του ηλίου, συνιστούσε η υποστολή της σημαίας εκάστου πλοίου, με τις αποδιδόμενες τιμές από ειδικά αγήματα. (Στα πολεμικά πλοία, η σημαία, κατά τον πλουν του πλοίου, αναρτάται στον κεντρικό ιστό της γέφυρας, στο τελευταίο επιστήλιο, όπου και ο «επισείων». Σε περίπτωση ελλιμενισμού ή αγκυροβολίας, η σημαία υποστέλλεται εξ αυτού του ιστού και επαίρεται επί του ειδικού κοντού, στην πρύμνη. Κάθε εισερχόμενος και εξερχόμενος του πλοίου, ατενίζων αυτήν, την χαιρετά στρατιωτικώς. Επίσης, όταν το πλοίο είναι σε θέση αγκυροβόλησης, αναρτάται και το «επίσημο», μικρή σημαία, μόνο με σταυρό, στο επιστήλιο της πλώρης.)
Το εσπέρας, εξερχόταν στην πόλη και η μπάντα του Στόλου, στο πλέον κεντρικό σημείο αυτής. Απέδιδε συνήθως εμβατήρια, αλλά και μουσικά θέματα σοβαρής μουσικής, προτιμώμενων των πλέον εύθυμων, ώστε να ευχαριστείται το κοινό και να διατηρείται η επικρατούσα ευδιαθεσία.
Συνήθως η παραμονή του Στόλου διαρκούσε τρεις έως τέσσαρες ημέρες, ώστε να δυνηθεί να εξέλθει το σύνολο των πληρωμάτων, αφού ένα μέρος παρέμενε «επί σκοπόν» ένδον.
Αλλά και η αναχώρηση των πλοίων, με τα πληρώματα σε θέση επάρσεως, έδινε το δικό της χρώμα, μαζί με τα αισθήματα που δημιουργεί κάθε αναχώρηση πλοίου, τόσο σε εκείνους που φεύγουν, όσο και σ’ αυτούς που παραμένουν στην στεριά.
Ένα όμοιο γεγονός, και παρόμοιο στη σκηνοθεσία του, πραγματοποιήθηκε το καλοκαίρι του 1952 στην Ερμούπολη, όταν την επισκέφθηκε ο Ελληνικός Στόλος κατά την διάρκεια των θερινών γυμνασίων του.
Αντιτορπιλικά, κορβέτες, αρματαγωγά, υποβρύχια, σε σχηματισμό παραλλαγής, εισέρχονταν, με μικρά εμπόδια λόγω καιρού, στο λιμένα της πόλης. Σε ατμόσφαιρα λίαν εορταστική και χαρμόσυνη, η Ερμούπολη υποδεχόταν τα πολεμικά πλοία, που την τιμούσαν με την επίσκεψή τους.
Ώρα απογευματινή, καθώς ο ήλιος χρύσωνε τις σιλουέτες των ελλιμενιζόμενων πολυποίκιλων σκαφών, η πόλη στολισμένη και φωταγωγημένη, εόρταζε ένα θαυμάσιο γεγονός. Τον ελλιμενισμό του συνόλου του Στόλου. Και ήταν η τελευταία φορά παρόμοιου γεγονότος. Δηλαδή, υπό την έννοια της εθιμοτυπικής επίσκεψης της συνολικής δύναμης των ελληνικών πολεμικών σκαφών.
Και στην παρούσα επίσκεψη επακολούθησε ό,τι περιγράφεται ανωτέρω, περί την συνήθη τακτική, οπότε είναι περιττή η επανάληψή της. Εξαιρετικό γεγονός ίσως θεωρηθεί η αναγγελία, με τους χαιρετιστήριους κανονιοβολισμούς, της προαγωγής σε Υποναύαρχο του διοικούντος τα γυμνάσια, I. Τούμπα, κυβερνήτη, ως είναι γνωστό, του θρυλικού αντιτορπιλικού «ΑΔΡΙΑΣ» κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Μεταξύ των ελλιμενισμένων πλοίων, συμμετείχε και η κορβέτα «Πυρπολητής», πλοίο το οποίο εχρησιμοποιείτο στα γυμνάσια ως «Πλωτή Βάση Υποβρυχίων». Επ’ αυτού επέβαινε ο Ανώτερος Διοικητής Υποβρυχίων και το επιτελείο του, όπου υπηρετούσε ο γράφων.
Η συνέχεια είναι καθαρώς προσωπική.
«Από την Σύρο αποπλεύσαμε τη νύκτα. Κατευθυνθήκαμε προς Αργοσαρωνικό. Εκεί προσετέθη και το Καταδρομικό «ΕΛΛΗ». (Το εκ των ιταλικών επανορθώσεων). Μου δόθηκε διαταγή να μετεπιβιβασθώ (έν πλω) επ’ αυτού. Είχε προηγηθεί η αντικατάσταση του Διοικητή των Υποβρυχίων. Προσωρινώς, είχε αναλάβει καθήκοντα ο κυβερνήτης του καταδρομικού «ΕΛΛΗ».
Την άλλη ημέρα, το καταδρομικό «κανονιοβόλησε» κατά στόχου και έγινε χαλασμός. Το πλοίο παλαιό και η δόνηση μεγίστη. Έσπασαν όλα τα τζάμια του πλοίου. Έπεσαν και επιχρίσματα και πολλά «κατσαρολικά» της κουζίνας. Την ημέρα εκείνη ήταν επιβαίνων και ο υπουργός και μετέπειτα πρωθυπουργός, Παν. Κανελλόπουλος. Για το «ΕΛΛΗ» ίσως επανέλθουμε άλλη φορά.»
Αυτά τα ολίγα από την επίσκεψη του Στόλου στην Ερμούπολη, που ήταν και η τελευταία. Παραμένουσα πλέον ως μία όμορφη ανάμνηση.
Και δεν θέλω να πιστεύω, ότι η ιστορική πολιτεία μου, με την πάροδο του χρόνου χάνει μερικά από τα προνομιούχα μεγαλεία της.