Στο κείμενο του “Περί Θανάτου” ο Τεό Ρόμβος αναφέρει ότι τo 1943 η Ερμούπολη βομβαρδίστηκε κατ’ επανάληψη από τα αγγλικά αεροπλάνα, και οι Συριανοί φρόντισαν να αφιερώσουν ένα τραγουδάκι στον «Τζίμη» τον ανώνυμο Εγγλέζο πιλότο.
Ανάμεσα στα χαρτιά του καθηγητή Κηπιώτη, του οποίου τα γραπτά του, τα ημερολόγια καθώς και την εκτενή επιστολογραφία που άφησε πίσω του, διέσωσε ο ίδιος και μάλιστα έγραψε και το βιβλίο “ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΗΠΙΩΤΗΣ – ΕΝΑΣ ΦΙΛΟΣ ΤΩΝ ΠΑΙΔΙΩΝ“, βρέθηκε σε μια κόλλα κακογραμμένη με μολύβι το τραγούδι του Τζίμη:
Πάει ο Τζίμης να γεμίσει,
Να’ ρθει για να βομβαρδίσει,
Κι αφού γέμισε και ήρθε
Στο λιμάνι τριγυρνούσε
Και του ρίχνανε,
Μα δεν τον βρίσκανε…
Πρώτα θα φωτοβολίσει
Κι ύστερα θα βομβαρδίσει.
Ρίχνει την πρώτη στο λιμάνι
Κι αυτή πέφτει στ’ ακρογιάλι.
Ρίχνει δεύτερη στ’ αστεία
Πάει στη Λέσχη σαν κυρία.
Κει που τρώγαν οι Ντεντέσκοι
Πέφτει η βόμβα μες στη Λέσχη
Και σκοτώνει πέντε-έξι,
Τραυματίζει δεκαέξι.
Και του ρίχνουνε,
Μα δεν τον βρίσκουνε…
Μία Κυριακή πρωί
Μας εφέρθη ευγενής.
Εκειδά στις τρεις η ώρα
Κατεβαίνει από τη Χώρα
Με ταχύτητα και φόρα
Ρίχνει δώδεκα στ’ αστεία
Και βουλά την Εκκλησία.
Έρχεται απ’ το Κομμένο
Όλο μπόμπες φορτωμένο.
Να’ τος, να’ τος ο καημένος
Ήρθε σαν ξελιγωμένος.
Και του ρίχνουνε,
Μα δεν τον βρίσκουνε…
Κατεβαίνει στα δέκα μέτρα,
Που το βρίσκεις με μια πέτρα,
Του βαράει το κανόνι
Και ο Τζίμης καμαρώνει
Του βαράνε, του βαράνε,
Τα πυρά τους κατελάνε…
Πάει για τη Μπαταρία
Και οργώνει την πλατεία.
Πάει για τα βαποράκια
Και τη ρίχνει στα Πευκάκια.
Να’ τος, να’ τος,
Όμορφος και κοτσανάτος,
Και του ρίχνανε
Μα δεν τον βρίσκανε…
Στο κείμενο του Τεό Ρόμβου διαβάζουμε τα παρακάτω που μας μεταφέρουν στα θλιβερά γεγονότα της εποχής:
“Στη λέσχη κάθε βράδυ οι Ιταλοί αγκαλιά με τους Έλληνες συνεργάτες τους τραγουδούσαν περιπαικτικά το ελληνικό τραγουδάκι «με το χαμόγελο στα χείλη πάνε οι Ιταλοί μπροστά γενήκαν οι Εγγλέζοι ρεζίλι γιατί η καρδιά τους δε βαστά» και το «κορόιδο Μουσολίνι» έγινε «κορόιδο βασιλέα η ελληνική σημαία ακόμα και στην Κρήτη σας κόψαμε τη μύτη».
“Το 1944 οι βομβαρδισμοί των συμμαχικών αεροπλάνων συνεχίστηκαν και πύκνωσαν, πολλά κτίρια καταστράφηκαν και το κέντρο ερήμωσε από ανθρώπους. Και τον Οκτώβρη του 1944, τη νύχτα που εγκατέλειπαν το νησί, οι Γερμανοί πυροδότησαν μια διαδοχική ανατίναξη των εγκαταστάσεων του λιμανιού, αλλά ο τοπικός ήρωας Petros Dambrosio, Ιταλός στρατιώτης που είχε λιποτακτήσει και κρυβόταν από καιρό, αποσύνδεσε τα εκρηκτικά των Γερμανών κι έσωσε το μεγαλύτερο μέρος του λιμανιού από την καταστροφή. Και την αμέσως επόμενη μέρα, όταν οι εξαθλιωμένοι κάτοικοι επέστρεψαν στην πόλη από τα ψηλώματα που κρύβονταν, ξεκίνησε το πλιάτσικο των γερμανικών αποθηκών, του Τελωνείου, του Θεάτρου και κάθε δημόσιου ή ιδιωτικού κτιρίου που είχαν επιτάξει οι δυνάμεις κατοχής.”
“Μετά το τέλος του πολέμου κι ενώ στην Αθήνα το Δεκέμβρη του 1944 μαίνεται η εμφύλια μάχη, στην Ερμούπολη ξεχειλίζει η οργή για την ατιμωρησία των συνεργατών που υπήρξαν βεβαίως, όπως παντού, πολλοί και πρόθυμοι. Οι αποφάσεις των δικαστηρίων που δικάζουν τους συνεργάτες των Ιταλών και των Γερμανών και, παρά τη γενική κατακραυγή, τους αθωώνουν λόγω αμφιβολιών ή τους καταδικάζουν σε ελαφρές ποινές -όπως συμβαίνει άλλωστε και στην υπόλοιπη χώρα- εμπεδώνουν στους Συριανούς το αίσθημα της ατιμωρησίας.”
“Πολλά χρόνια αργότερα, την εποχή που κι εμείς γίναμε κάτοικοι Σύρου, ο Δήμος Ερμούπολης ανέθεσε σε μια φίλη μας ζωγράφο να φροντίσει για τη συντήρηση και αποκατάσταση των τοιχογραφιών και οροφογραφιών στο περίλαμπρο δημαρχιακό μέγαρο και στο παρακείμενο κτίριο του Πνευματικού Κέντρου. Οι εργασίες αποκατάστασης κράτησαν πάνω από δύο χρόνια. Στο τελείωμα των εργασιών παρουσιάστηκε στη φίλη μας ένα απρόβλεπτο πρόβλημα. Στον τοίχο της μεγάλης αίθουσας του Πνευματικού Κέντρου υπήρχε μια τοιχογραφία που απεικόνιζε δυο χαριτωμένες νύμφες να χορεύουν ημίγυμνες στην εξοχή∙ σε κάποια σημεία τα χρώματα είχαν ξεφλουδίσει και ο τοίχος φαινόταν φουσκωμένος και όταν η ζωγράφος χτύπησε πάνω στο φούσκωμα για να δει μήπως ήταν αποτέλεσμα υγρασίας, ο ήχος έδειξε πως υπήρχε κάτι μεταλλικό από κάτω. Έξυσε προσεκτικά με το κοπίδι και διαπίστωσε ότι ο τοίχος ήταν άτσαλα σπατουλαρισμένος με γύψο στο ύψος ακριβώς του εφηβαίου των δύο κοριτσιών. Συνέχισε το ξύσιμο και όταν ο γύψος απομακρύνθηκε βρήκε στον τοίχο σφηνωμένα βλήματα. Τελικά αποκάλυψε δεκάδες σφαίρες καρφωμένες στα γεννητικά όργανα των κοριτσιών της τοιχογραφίας. Ρωτώντας έμαθε από το γέρο φύλακα του κτιρίου ότι στη διάρκεια της ιταλικής κατοχής στην αίθουσα στεγαζόταν η Λέσχη των Ιταλών αξιωματικών και, όπως είχε ακούσει, τα βράδια, όταν ο Διοικητής Κυκλάδων Ντούκα μεθούσε, έβγαζε το περίστροφό του και πυροβολούσε τις όμορφες νύμφες στα συγκεκριμένα σημεία.”
Με αφορμή την επέτειο της 28ης Οκτωβρίου θελήσαμε να σας παρουσιάσουμε ένα κείμενο με πολλές ιστορικές λεπτομέρειες που μας μετέφεραν στην σκοτεινή εκείνη περίοδο της ιστορίας. Το κείμενο “Περί Θανάτου” συνεχίζει και αναφέρει και άλλες πληροφορίες για την Σύρο. Αξίζει να το διαβάσετε.