Στις 14 Φεβρουαρίου του 1879, ημέρα Τετάρτη, 400 με 500 εργάτες του Ναυπηγείου της Σύρου, ύστερα από πολυήμερες συζητήσεις και ζυμώσεις ίδρυσαν, ενώπιον συμβολαιογράφου, το σωματείο τους που έφερε τον τίτλο «Αδελφικός Σύνδεσμος των Ξυλουργών του Ναυπηγείου Σύρου»1. Στη συνέχεια κατέβηκαν σε απεργία, λόγω της νομισματικής κρίσης που είχε ξεσπάσει από τις αρχές του έτους με αποτέλεσμα να προκληθούν ανατιμήσεις στα είδη κατανάλωσης μέχρι 25-27% ενώ αντίστοιχη ήταν η υποτίμηση των μεροκάματων2. Την απεργία των ναυτεργατών ακολούθησαν στις 19 Φεβρουαρίου οι εργάτες των βυρσοδεψείων. «Ομάς χιλίων – περίπου εργατών – έγραφε η “Πατρίς”3 αναφερόμενη στα γεγονότα της Δευτέρας 19/2/1879 – αφείσα τας εν βυρσοδεψείοις εργασίας της, ήρξατο διατρέχουσα τας οδούς της πόλεως διαμαρτυρόμενη κατά της του νομίσματος μεταβολής. Οι εκδηλούντες επορεύθησαν εις το Νομαρχιακόν κατάστημα, κάτωθεν του οποίου ήρξαντο κραυγάζοντας, ότε ο αξιόλογος Νομάρχης εζήτησεν αυτοίς σαφείς και ει δυνατόν γραπτάς τας αιτήσεις των. Η των εργατών ομάς προχωρεί τότε προς τον ναόν του αγίου Νικολάου, αλλ’ ευθύς, ως εκ μαγείας, τα πράγματα λαμβάνουσι, διάφορον τροπήν. Οι κατά της νέας του νομίσματος αξίας διαμαρτυρούμενοι συμβάλλονται αλλήλοις σύμβασιν απεργίας».
Πριν προχωρήσουμε στη συνέχεια των γεγονότων, για την κατανόησή τους, οφείλουμε να δώσουμε αναλυτικότερες πληροφορίες σχετικά με την κοινωνικοοικονομική κατάσταση που επικρατούσε στη Σύρο εκείνη την περίοδο.
Η Σύρος τη δεκαετία του 1870
Στη δεκαετία του 1870 η Ερμούπολη (Σύρα) ήταν ένα από τα αξιολογότερα αστικά κέντρα της Ελλάδος. Ιστορικές συγκυρίες είχαν ως αποτέλεσμα η πόλη – όπως πολύ σωστά σημειώνει η Χριστίνα Αγριαντώνη4 – να «ειδικευθεί στους κλάδους εκείνους τους οποίους τροφοδοτούν οι κυρίαρχοι τομείς της οικονομικής ζωής της, οι δυο της πνεύμονες, οι δύο δρόμοι μέσα από τους οποίους αναζητά και συντηρεί τα εξωτερικά της στηρίγματα: Δηλαδή το εμπόριο και η ναυτιλία… Δραστηριότητες που θα καταστήσουν την Ερμούπολη μια πόλη – σταθμό στο δρόμο της εξάπλωσης του δυτικού καπιταλισμού».
Ο πληθυσμός της Σύρας εκείνη την εποχή ήταν 21.000 κάτοικοι, από τους οποίους οι 2.500 ήταν εργάτες5. Βασικές οικονομικές δραστηριότητες της πόλης ήταν το εμπόριο (εσωτερικό και εξωτερικό), η βιοτεχνία και η βιομηχανία, ενώ οι δύο βασικότεροι κλάδοι ήταν το ναυπηγείο και τα βυρσοδεψεία. «Ισαμε το 1875 – γράφει ο Γ. Κορδάτος6– η Σύρα παίζει το ρόλο που έπαιξε ύστερα ο Πειραιάς. Εγινε το κέντρο του διαμετακομιστικού εμπορίου της Ανατολής. Η εμπορική της κίνηση απ’ τα 1850 και ύστερα κάνει τους μεγαλέμπορους της Αγγλίας να τη θαυμάζουν. Τόσο ψηλά έφτασε η οικονομική της ακμή, που οι Εγγλέζοι έμποροι όταν έλεγαν Ελλάδα εννοούσαν τη Σύρα. Με δυο λόγια μπορούμε να πούμε πως η Σύρα γίνεται ως τα 1875 το πρώτο λιμάνι, η πρώτη σπουδαιότερη σκάλα, όχι μόνο της Ελλάδας μα και της νοτιοανατολικής Μεσόγειος. Στα 1855 κιόλας εσυστήθηκε στη Σύρα η πρώτη Ελληνική Ατμοπλοΐα. Παράλληλα και το εμπόριο χρόνο με το χρόνο αναπτύσσεται και μεγαλώνει. Κυρίως το εμπόριο της μανιφατούρας στη Σύρα παίρνει μιαν εξαιρετική ανάπτυξη».
Ο Τιμολέων Αμπελάς, το 1870, χώριζε το εμπόριο της Ερμούπολης στις εξής πέντε κατηγορίες. Εισαγωγικό, εξαγωγικό, διαμετακομιστικό, μεταγωγικό και συναλλαγματικό. Αναφορικά με την εμπορική ναυτιλία της Σύρου μας πληροφορεί ότι την ίδια χρονιά αποτελούνταν από 567 ιστιοφόρα Α’ τάξεως, 875 Β’ τάξεως και 12 ατμοκίνητα πλοία. Η βυρσοδεψική βιομηχανία αποτελούνταν από δέκα βιομηχανικές μονάδες, εκ των οποίων ξεχώριζαν οι τέσσερις, ενώ υπήρχαν τέσσερις αλευροποιητικές μονάδες, 8 μονάδες σιδηρουργικής βιομηχανίας με κορυφαία το «Εργοστάσιο Ελληνικής Ατμοπλοΐας», δύο εργοστάσια υαλουργικής βιομηχανίας, ένα εργοστάσιο βαμβακουργικής και νηματοκλωστικής βιομηχανίας, ατμομηχανικό εργοστάσιο σχοινοπλοκείου, Ατμομηχανικό ελαιοχρωματοτριβείο, τυπογραφεία, Ζαχαροπλαστική και λουκουμοποιία, εργοστάσια πηλοπλαστικής και ξοανοποιητικής, πιλοποιείο, καταστήματα φωτογραφικής, δώδεκα ανώνυμες ασφαλιστικές εταιρίες και διάφορα υποκαταστήματα εταιριών που είχαν έδρα την Αθήνα
Οικονομική κρίση – Παραγωγή
Στα τέλη της δεκαετίας του 1860 η ένταση που επικρατεί στις σχέσεις της Ελλάδας με την Τουρκία εξαιτίας των γεγονότων στην Κρήτη φέρνει σε άσχημη οικονομική κατάσταση τη Σύρο λόγω του ότι το 1/4 των εισαγωγών της και το 1/3 των εξαγωγών της γίνονταν με την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Τα 1869 οι εμπορικές σχέσεις μεταξύ των δύο κρατών θα αποκατασταθούν, αλλά οι άσχημες καιρικές συνθήκες που επικράτησαν στις Κυκλάδες την προηγούμενη χρονιά προκάλεσαν μια σημαντική πτώση στη γεωργική παραγωγή που είχε ως αποτέλεσμα τον περιορισμό των εμπορικών συναλλαγών της Σύρας και των Κυκλάδων, αλλά και την αδυναμία των γεωργών να πραγματοποιήσουν τις συνηθισμένες προμήθειές τους λόγω του ότι δεν είχαν ρευστό. Στο μεταξύ, στα 1870 ξέσπασε ο Γαλλοπρωσικός που δημιούργησε σημαντικά προβλήματα στις εμπορικές συναλλαγές της Ερμούπολης με τη Γαλλία (Την περίοδο 1850 – 1870 οι γαλλικές εξαγωγές στη Σύρα κατείχαν τη δεύτερη θέση, με πρώτη την Αγγλία).
Όπως ήταν φυσικό, τα προαναφερόμενα γεγονότα επιτάχυναν τις διαδικασίες αποσύνθεσης του Συριανού εμπορίου και από τη δεκαετία του 1870 οι Ελλαδίτες και ανατολίτες έμποροι άρχισαν να συναλλάσσονται μόνοι τους με την Ευρώπη παραγκωνίζοντας την Ερμούπολη8
Αναφορικά με τους βασικούς κλάδους της οικονομίας της Σύρας, τη Βυρσοδεψία και τη Ναυπηγική, οφείλουμε να σημειώσουμε ότι την περίοδο που ξεσπούν οι εργατικές κινητοποιήσεις βρίσκονται σε κρίση. Το 1876 θα ξεσπάσει κρίση που θα αγκαλιάσει το σύνολο της βιομηχανίας της Βυρσοδεψίας. Οι εξαγωγές των Συριανών θα πέσουν κατά 50% κι ένας μεγάλος αριθμός εργατών θα απολυθεί από τις εργασίες του ή θα ημιαπασχολείται. Η κρίση αυτή θα διαρκέσει μέχρι τη δεκαετία του 1890 και θα οδηγήσει σε πτώχευση, στα 1891, ένα από τα μεγαλύτερα βυρσοδεψεία της πόλης, αυτό του Αντωνίου Καλούτα.
Στη ναυπηγική βιομηχανία η κρίση ήρθε ως αποτέλεσμα της εισαγωγής των ατμομηχανών στις θαλάσσιες συγκοινωνίες και μεταφορές. Ο ατμός, γράφει η Χριστίνα Αγριαντώνη10 «είχε εμφανιστεί πιο γρήγορα στα μεσογειακά νερά. Αλλά κυρίως από τη δεκαετία του 1870 και μετά επέφερε τόσο σημαντική μείωση του κόστους των μεταφορών, στη Μεσόγειο όπως παντού, ώστε η μάχη για την ιστιοπλοΐα ήταν πια οριστικά χαμένη».
Για να κατανοηθεί ολοκληρωμένα η κρίση που παρουσιάζεται στη συριανή οικονομία την περίοδο αυτή, οφείλουμε να αναφέρουμε ότι από τα 1873 είχε μπει σε βαθιά κρίση και το παγκόσμιο καπιταλιστικό σύστημα που μέχρι τότε κινούνταν στη βάση του ελεύθερου ανταγωνισμού. Η κρίση, λοιπόν του ελεύθερου ανταγωνισμού που κράτησε μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1890 επιτάχυνε τη συγκέντρωση και συγκεντροποίηση του κεφαλαίου, με αποτέλεσμα την εμφάνιση των καρτέλ και την ανασυγκρότηση όλων των παραγωγικών και κοινωνικών σχέσεων στη βάση ενός νέου υψηλότερου επιπέδου συσσώρευσης του κεφαλαίου και της κυριαρχίας των μονοπωλίων11. Η πραγματικότητα αυτή δεν μπορούσε να αφήσει ανεπηρέαστη την Ελλάδα, πόσο μάλλον τη Σύρα που ερχόταν σε άμεση επαφή με τα μεγαλύτερα κέντρα της καπιταλιστικής Ευρώπης.
Οικονομική κρίση – Νομισματικό σύστημα
Κατά την περίοδο που εξετάζουμε, οι συναλλαγές στη Σύρα γίνονταν με ξένα νομίσματα, κυρίως ρωσικά αλλά και τουρκικά. «Τα ελληνικά κέρματα, γράφει ο Κορδάτος12, είχαν τραβηχτεί στο εξωτερικό από διάφορους σπεκουλάντες χρηματιστές, κι έτσι οι έμποροι κι ο κοσμάκης αναγκάζονταν να αγοράζουν και να πουλούν με ξένο νόμισμα». Η δραχμή, όπου έκανε την εμφάνισή της, κυκλοφορούσε υπερτιμημένη κατά 18%. Μέχρι το 1879 υπερτιμημένα κυκλοφορούσαν και τα ξένα νομίσματα. Η υπερτιμημένη αυτή αξία των νομισμάτων με την οποία γίνονταν οι καθημερινές συναλλαγές, ονομαζόταν «αγοραία διατίμηση». Εντούτοις, το κράτος και η Εθνική Τράπεζα, στις συναλλαγές τους με τους πολίτες λάμβαναν υπόψην την πραγματική τιμή των νομισμάτων και της δραχμής κι αυτό αποκαλούνταν «βασιλική διατίμηση». «Η διαφορά ανάμεσα στις δύο αυτές διατιμήσεις – μας πληροφορεί ο Μ. Τούντας13 ήταν πριν το 1879 γύρω στο 2% με 5%».
Στα μέσα Φλεβάρη του 1879 ξέσπασε νομισματική κρίση που είχε ως αποτέλεσμα το ξέσπασμα κοινωνικών αναταραχών και τις απεργίες. Συγκεκριμένα, η αγοραία αξία των ξένων νομισμάτων (του τουρκικού και του ρωσικού) υποτιμήθηκε μέχρι και 27%. Κι ενώ οι εργάτες συνέχισαν να πληρώνονται με βάση την αγοραία διατίμηση, οι έμποροι ήθελαν να πωλούν με βάση τη βασιλική διατίμηση, παίρνοντας δηλαδή υπόψη την πραγματική κι όχι την πλασματική αξία των νομισμάτων. Το αποτέλεσμα είναι οφθαλμοφανές. Τα μεροκάματα έχασαν μέχρι και 27% της αξίας τους, ενώ οι τιμές αυξήθηκαν κατά 27%. Στην πραγματικότητα, όπως παρατηρεί ο Κορδάτος14 – η αγοραστική δύναμη των εργαζομένων μειώθηκε περισσότερο από 50%. Ετσι φτάσαμε στις απεργίες.
Οι απεργίες και τ’ αποτελέσματά τους
Οι πρώτοι από τους εμπόρους που επιχείρησαν να εφαρμόσουν τη βασιλική διατίμηση στα προϊόντα τους ήταν οι αρτοποιοί και οι οινοπώλες, προκαλώντας την αντίδραση των εργατών του ναυπηγείου που πληρώνονταν σε ρωσικά νομίσματα. Οι εργάτες κατέβηκαν σε απεργία ζητώντας τα ημερομίσθιά τους να πληρώνονται σε νομίσματα βάσει της βασιλικής διατίμησης και όσα ημερομίσθια δεν πληρώνονταν με τη βασιλική διατίμηση να αυξηθούν κατά 27%.
Την απεργία των εργατών του ναυπηγείου ακολούθησαν οι εργάτες των βυρσοδεψείων. Συστάθηκε δε, κοινή επιτροπή για συνεννόηση με τις αρχές της πόλης (Δήμαρχο, Νομάρχη, Εμπορικό Επιμελητήριο) ώστε προσωρινά να γίνονται δεκτά τα νομίσματα στην αγοραία τους διατίμηση. Ομως οι εργοστασιάρχες των ατμομύλων αντέδρασαν και δε δέχτηκαν την πρόταση με αποτέλεσμα η επιτροπή των σωματείων, για να μπορέσει να διοχετεύσει στην αγορά φτηνό ψωμί, να ζητά από τον Πειραιά 20.000 σάκους αλεύρι 15
Συνολικά τα αιτήματα των εργατών των βυρσοδεψείων ήταν: Αύξηση των μεροκάματων κατά 27%, πληρωμή σε νόμισμα με βάση τη βασιλική διατίμηση, κατάργηση της κουτουράδας (κατ’ αποκοπή εργασία), εξασφάλιση εργασίας για όλους τους εργάτες, ελάττωση των ωρών εργασίας, κατάργηση της δίωρης απασχόλησης της Κυριακής που ήταν αγγαρεία γιατί δεν πληρωνόταν 16
Πρέπει να σημειωθεί ότι οι πηγές γύρω από τις απεργιακές κινητοποιήσεις στη Σύρο το 1879 κάνουν λόγο και για επίδραση των σοσιαλιστών πάνω στο εργατικό κίνημα. Ο Κωστής Μοσκώφ αναφέρει ότι υπήρχε στην Ερμούπολη «ένας αναρχικός εργατικός κύκλος». Παρόμοιες πληροφορίες δίνει και ο Κορδάτος17Ο δε Χαρ. Γκούτος λέει ότι «στη Σύρο διέδιδαν σοσιαλιστικές ιδέες και λίγοι τοπικοί συνεργάτες του Απόστολου Μακράκη (1831- 1905), ο οποίος υπήρξε δάσκαλος, φιλόσοφος, θεολόγος, συγγραφέας και αρχηγός πολιτικού κόμματος, αποδοκιμάσθηκε δε, την 8.1.1879 από την Ιερά Σύνοδο για παραποίηση του χριστολογικού δόγματος και φυλακίστηκε κατά τους μήνες Απρίλιο, Μάιο, Ιούλιο – Δεκέμβριο του 1879 μετά από τρεις καταδίκες του»18
Ας δούμε όμως ποια ήταν η κατάληξη των απεργιών.
Η απεργία των εργατών του ναυπηγείου έληξε προσωρινά στις 19 Φεβρουαρίου, ύστερα από συμβιβαστική λύση. Οι εργάτες, έγραφε η «Πατρίς»19 «επανήλθον εις τα έργα των, με μικράν αύξησιν των ημερομισθίων, ουχί όμως εκείνην ην διά της απεργίας αυτών ήθελαν να επιβάλωσιν». Μόλις όμως επέστρεψαν στη δουλιά τους οι ναυπηγοί άρχισαν να απολύουν τους πρωταίτιους της απεργίας και αρκετούς άλλους, κάνοντας ταυτόχρονα νέες προσλήψεις και καταπατώντας τα συμφωνηθέντα. Ετσι στις 27 Φεβρουαρίου οι εργάτες των ναυπηγείων κατέβηκαν σε νέα απεργία που κράτησε τρεις με τέσσερις μήνες, χωρίς όμως να υπάρξουν ουσιαστικά αποτελέσματα υπέρ τους.
Με τους εργάτες των βυρσοδεψείων τα πράγματα πήραν δυναμικότερη μορφή. Εκδηλώθηκε προσπάθεια να δουλέψουν τα βυρσοδεψεία με απεργοσπάστες που όμως απέτυχε, υπήρξε σύγκρουση με την αστυνομία και ενίσχυση των δυνάμεων καταστολής του κράτους με μεταφορά από την Αθήνα 50 σκαπανέων, πραγματοποιήθηκαν συλλήψεις, εντάθηκε η τρομοκρατία αλλά το απεργιακό κίνημα δεν υποχώρησε και μετά από μία βδομάδα αγώνων κατάφερε να επιβάλει τα αιτήματά του20 Μόλις όμως οι εργάτες σταμάτησαν την απεργία κι επέστρεψαν στη δουλιά τους, οι εργοδότες «δεχθέντες κατ’ εκλογήν τους αναγκαιούντας εργάτας, απέβαλλον τους λοιπούς. Ούτω μέγας αριθμός εργατών, μείνας άεργος, εξεπατρίσθη εις Κωστάντζαν, Οδησσόν, Χίον και Αλεξάνδρειαν»21
Παρά την κατάληξη που είχε το απεργιακό κίνημα της Σύρου το 1879, σε λίγο οι απεργίες θα κατέκλυζαν την Ελλάδα. Η εργατική τάξη δεν είχε και δεν έχει άλλο τρόπο για να διεκδικήσει τα δίκαιά της μέσα στο αστικό καθεστώς.
- Η ονομασία του Σωματείου έχει παραδοθεί από τον τότε πρωτόδικη Σύρου Εμμ. Λυκούδη στο βιβλίο του «Η εν Ελλάδι Βιομηχανία και αι απεργίαι υπό την έποψην της νομοθεσίας και της πολιτικής οικονομίας», Ερμούπολις 1883. Οι εφημερίδες εκείνης της εποχής που έβγαιναν στη Σύρο («Πατρίς», «Φανός» κλπ.) όταν αναφέρονται στο σωματείο των εργατών του ναυπηγείου, άλλες χρησιμοποιούν την ονομασία «Εταιρεία των Εργατών του Ναυπηγείου» κι άλλες την ονομασία «Σύνδεσμος των εργατών του Ναυπηγείου» (Βλέπε: Χαρίλαος Γκούτος: «Οι απεργίες στη Σύρο το 1879» εκδόσεις «Σάκκουλα», σελ.32).
- Γ. Κορδάτου: «Ιστορία του Ελληνικού Εργατικού Κινήματος», εκδόσεις «Μπουκουμάνη», σελ.30-31.
- «Πατρίς» 21/2/1879.
- Χρ. Αγριαντώνη: «Οι μετασχηματισμοί της βιομηχανικής δομής της Ερμούπολης τον 19ο αιώνα», Εταιρεία Μελέτης Νέου Ελληνισμού: «Πρακτικά του διεθνούς συμποσίου Ιστορίας – Νεοελληνική Πόλη, Οθωμανικές κληρονομιές και ελληνικό Κράτος», Αθήνα 1985, τόμος Β’ σελ. 603.
- Χαρίλαος Γκούτος: «Οι απεργίες στη Σύρο το 1879», εκδόσεις «Σάκκουλα», σελ.13.
- Γ. Κορδάτου: «Εισαγωγή εις την Ιστορίαν της Ελληνικής Κεφαλαιοκρατίας», Εκδόσεις «Επικαιρότητα», σελ.38-39.
- Τιμολέοντος Αμπελά: «Ιστορία της Νήσου Σύρου», Εν Ερμουπόλει Σύρου, 1874, σελ. 703 – 715
- Μανόλης Τούντας: «Πόλη και βιομηχανία – Η περίπτωση της Ερμούπολης», Εταιρεία Μελέτης Νέου Ελληνισμού: «Πρακτικά του διεθνούς συμποσίου Ιστορίας – Νεοελληνική Πόλη, Οθωμανικές κληρονομιές και ελληνικό Κράτος», Αθήνα 1985, τόμος Β’ σελ. 614.
- Μανόλης Τούντας, στο ίδιο, σελ.616.
- Χρ. Αγριαντώνη, στο ίδιο, σελ.605.
- Σπ. Μαγκλιβέρα: «Ο κρατικός τομέας της οικονομίας στην Ελλάδα και η κρίση», εκδόσεις Σ.Ε., σελ.64 – 65.
- Γ. Κορδάτου: «Μεγάλη Ιστορία της Ελλάδας», εκδόσεις «20ός αιώνας», τόμος XII, σελ. 459.
- Μανόλης Τούντας, στο ίδιο, σελ.630.
- Γ. Κορδάτου: «Ιστορία του Ελληνικού Εργατικού Κινήματος», εκδόσεις «Μπουκουμάνη», σελ.31.
- Μανόλης Τούντας, στο ίδιο, σελ.631.
- Γ. Κορδάτου: «Ιστορία του Ελληνικού Εργατικού Κινήματος», εκδόσεις «Μπουκουμάνη», σελ. 32. Ο Κορδάτος γράφει ότι ίσχυε η 12ωρη απασχόληση ενώ ο Τούντας κάνει λόγο για 14ωρο που οι εργάτες ήθελαν να μειωθεί σε 10ωρο.
- Κ. Μοσκώφ: «Εισαγωγικά στην Ιστορία του κινήματος της εργατικής τάξης – Η διαμόρφωση της Εθνικής και Κοινωνικής συνείδησης στην Ελλάδα», εκδόσεις «Καστανιώτη», σελ.164. Γ. Κορδάτου, στο ίδιο σελ.51.
- Χαρίλαος Γκούτος: «Οι απεργίες στη Σύρο το 1879», εκδόσεις «Σάκκουλα», σελ.43.
- «Πατρίς» 21/2/1879.
- Κοινωνιολογική και πολιτική εγκυκλοπαίδεια, εκδόσεις «Ανεξάρτητος», Μάιος 1935, τόμος 16, σελ.3.114.
- Εμμ. Λυκούδη, στο ίδιο σελ. 181 και 215.
Γιώργος ΠΕΤΡΟΠΟΥΛΟΣ
Πηγή: Ριζοσπάστης