Το 1849, η Σύρος γνώρισε μια ειρηνική εισβολή από την Ιταλία, που τόνωσε ακόμη περισσότερο το κοσμοπολίτικο κλίμα της: Ήταν μια μεγάλη ομάδα Γαριβαλδινών, που φιλοξενήθηκε στη Σύρο μετά την αποτυχία της επαναστάσεως του 1848.
Ο Εμμανουήλ Ροΐδης, Συριανός κι αυτός, δίνει μια χαριτωμένη περιγραφή της εικόνας που παρουσίαζε η Ερμούπολη κατά την περίοδο αυτή στα “Συριανά Διηγήματα – Η ιστορία ενός σκύλου”:
«Οι Ιταλοί, γράφει, ήσαν οι πλείστοι ακονηταί ξυραφιών, καθαρισταί κηλίδων, συγκολληταί σπασμένων πινακίων, ανακαινισταί παλαιών υποδημάτων, διακοσμηταί των νεκρικών φερέτρων, υπαίθριοι τηγανισταί σμαρίδων και πάντες ανεξαιρέτως ζωγράφοι, λιθοξόοι, χοροδιδάσκαλοι και μουσικοί.
»Αι αξιώσεις των καλλιτεχνών αυτών ήσαν να μην αποθάνωσι της πείνας, ο δε βίος δεν ήτο τότε όπως σήμερον ακριβός. Αντί εικοσιπέντε τον μήνα δραχμών ηδύνατό τις να εύρη ολόκληρον μονόροφον οικίσκον εις τα Βαπόρια και ακόμη ευθηνότερον, αν είχε αμβλείαν την όσφρησιν, παρά τα Βυρσοδεψεία, και με εν μόνον σφάντζικον να χορτάση κεφτέδες, στουφάδον και καπαμά εις τα αυτοκαλούμενα ‘Ευρωπαϊκά ξενοδοχεία’».
Ο Ροΐδης δεν διστάζει να ειρωνευθή την συριανή κοινωνία της εποχής, που έσπευσε να επωφεληθή χονδρικώς από τη συρροή αυτή των πλανοδίων μουσικών:
«Οι φιλόμουσοι Ερμουπολίται ωφελούντο της ευκαιρίας όπως διδαχθώσι έκαστος αντί μικράς θυσίας το όργανον της εκλογής του. Ουδέποτε ουδαμού αντήχησαν όσα τότε εις την Σύραν βιολιά, φλάουτα, τρόμπαι, πίφερα, μανδολίνα, κόρνα και κλαρινέττα. Ο περιερχόμενος τας στενωπούς της πόλεως, και μάλιστα τας Κυριακάς, επνίγετο εις κύματα μελωδίας, εξορμώντα εκ παντός παραθύρου».
Οι εξόριστοι Γαριβαλδινοί διέθεταν και άλλα ταλέντα:
«Ουδείς ηδύνατο να καθήση εις την έδραν κουρείου ή εις την τράπεζαν καφενείου χωρίς να ευρεθή αντιμέτωπος πατριώτου του Μιχαήλ Αγγέλου ζητούντος την άδειαν να εικονίση αντί τριδράχμου “την ευγενή και εκφραστικήν κεφαλήν του ή να ψοφήση ο σκύλος του χωρίς να δεχθή την επίσκεψιν του προτείνοντος να βαλσαμώση το λείψανον του “αξιεράστου ζώου”».
Διαβάστε ολόκληρο το κείμενο του Εμμανουήλ Ροΐδη για τους Γαριβαλδινούς στα “Συριανά Διηγήματα – Η ιστορία ενός σκύλου” ΕΔΩ
Αυτοί οι Ιταλοί πρόσφυγες συνέβαλλαν ποικιλοτρόπως στην καθημερινή ζωή της Σύρου και ειδικότερα στην εισαγωγή νέου τρόπου σκέψης. Πολλοί απ’ αυτούς εργάστηκαν “αντί πινακίου φακής” στα νεοκλασικά κτίρια της Ερμούπολης, φιλοτεχνώντας περίτεχνες διακοσμήσεις ιταλικής κουλτούρας σε αυτά. Ίσως και πολλοί κάτοικοι του νησιού να είναι απόγονοι τους με πολλές ιστορίες που θα μπορούσαν να διηγηθούν.
Στο άρθρο του ο κ. Ξενοφών A. Μπρουντζάκης “Οι πρώτοι πολιτικοί πρόσφυγες στην Ελλάδα” στην ιστοσελίδα “Το Ποντίκι“, αναφέρει για τους Γαριβαλδινούς στα σχετικά αποσπάσματα που ακολουθούν:
“Στην Ελλάδα κατέφυγαν μαζικά για πρώτη φορά ζητώντας πολιτικό άσυλο οι καταδιωκόμενοι οπαδοί του Γαριβάλδη, το καλοκαίρι του 1849. Οι Ιταλοί πρόσφυγες κατέληξαν στη χώρα μας, και συγκεκριμένα αποβιβάστηκαν στο λιμάνι της Πάτρας, έπειτα από μια κοπιαστική και άκαρπη περιπλάνηση προς «άγραν» ασύλου, τόσο στην Ελβετία όσο και στη Γαλλία. Οι εκεί αρχές δεν έκαναν δεκτό το αίτημά τους να τους παραχωρηθεί άσυλο, πράγμα που συνέβη στη χώρα μας στις 4 Ιουλίου 1849. Λίγες μέρες αργότερα, όμως, και συγκεκριμένα στις 23 Ιουλίου 1849, εκδίδεται επίσημη κυβερνητική ανακοίνωση προς τους νομάρχες από τον αρμόδιο υπουργό των Εσωτερικών Δ. Χρηστίδη. Σε αυτήν ο υπουργός ανέφερε ότι «η Ελλάς δεν δύναται να αρνηθεί άσυλον» και έδινε οδηγίες σχετικές με την περίθαλψή τους, η οποία θα γινόταν από τους δήμους με τη συνεργασία των πολιτών.”
και συνεχίζει στο άρθρο του σχετικά με τον τρόπο αντιμετώπισης τους στην Σύρο:
“Η εισροή Ιταλών προσφύγων, κυρίως στην παλιά Ελλάδα, συνεχίστηκε έως τα τέλη τη δεκαετίας του 1880. Επρόκειτο κυρίως για καταδιωκόμενους για πολιτικές αιτίες, συγγενείς ατόμων που ήδη βρίσκονταν στην πατρίδα μας, άλλα και ειδικευμένους εργάτες. Ιδιαίτερα ευπρόσδεκτοι ήταν στην Ερμούπολη της Σύρου, η οποία εκείνη την περίοδο ήταν το σημαντικότερο αστικό εμπορικό κέντρο της χώρας. Εκεί αναπτύχθηκε ένα πλήθος από βιοτεχνίες, χάρη στο εργατικό δυναμικό και στις τεχνικές δεξιότητες που διέθετε ο κόσμος των προσφύγων.
“Η στάση των Ιταλών ήταν προσεκτική και για έναν επιπλέον λόγο, ο οποίος έχει να κάνει με την αδυναμία ενσωμάτωσης των Ιταλών προσφύγων στην ελληνική κοινωνία. Έκτος από αυτό, οι Ιταλοί πρόσφυγες γαριβαλδινοί (σοσιαλιστές στη συντριπτική τους πλειονότητα) είχαν να αντιμετωπίσουν την εχθρότητα των προξενείων τους και κυρίως της Καθολικής Εκκλησίας.
“Είναι, ωστόσο, αλήθεια ότι από το 1849, τόσο στην Πάτρα όσο και στη Σύρο, η προμαρξιστική σοσιαλιστική ιδεολογία διαδίδεται από τους Ιταλούς γαριβαλδινούς στρατιώτες. Βέβαια, στη συντριπτική τους πλειονότητα ζούσαν πολύ φτωχικά, εργαζόμενοι ως μάγειρες, χειρώνακτες, γυρολόγοι και ψαράδες. Στη διάρκεια της δεκαετίας του 1870 όμως, έφτασαν από τη Νάπολη ειδικευμένοι εργάτες προκειμένου να εργαστούν στα ναυπηγεία της Ερμούπολης (που έκλεισαν το 1881), οι οποίοι ενσωματώθηκαν στην τοπική παροικία και την αναβάθμισαν.
“Ανάμεσα σε αυτούς τους εργάτες, υπήρχαν ουτοπικοί σοσιαλιστές και θιασώτες της αναρχικής ιδεολογίας, οι οποίοι μάλιστα θα συμμετάσχουν μαζί με Γάλλους εργάτες και τεχνίτες στις απεργιακές κινητοποιήσεις που έλαβαν χώρα στη Σύρο το 1877. Την ίδια χρονιά εντοπίζεται σοσιαλιστικός όμιλος στο νησί στον όποιο μετέχουν και αναρχοσυνδικαλιστές.”
Ποιοι ήταν οι Γαριβαλδινοί
Γαριβαλδινοί ή Γαριβάλδηδες ονομάζονταν Ιταλοί πολεμιστές που συγκρότησαν εθελοντικό στρατιωτικό σώμα λεγόμενο άλλοτε «Φάλαγγα Γαριβαλδινών» ή «Τάγμα Γαριβαλδινών». Λέγονταν επίσης και ερυθροχίτωνες από το χρώμα του χιτωνίου που έφεραν. Το όνομά τους προέρχεται από τον ιδρυτή του εθελοντικού αυτού σώματος τον Ιταλό πατριώτη Giuseppe Garibaldi που το συγκρότησε το 1862 κατά την εκστρατεία κατά του Παπικού κράτους.
Καταστατική αρχή του εθελοντικού αυτού σώματος ήταν να σπεύδουν και να μάχονται στο πλευρό των υπέρ της ελευθερίας πολεμούντων. Έτσι κατά καιρούς τμήματα αυτού του σώματος πολέμησαν υπό τον Γαριβάλδη και τους απογόνους του στον πόλεμο κατά της Αυστρίας το 1866, κατά της Ρώμης το 1867 και στο Γαλλογερμανικό πόλεμο του 1870.
Κατά τον Ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897 ο γιος του Giuseppe Garibaldi, ο Ricciotti Garibaldi έσπευσε στην Ελλάδα στο πλευρό των Ελλήνων με δύναμη 800 ανδρών οι οποίοι και έλαβαν μέρος στη μάχη του Δομοκού (5-5-1897). Επίσης κατά τον Α’ Βαλκανικό πόλεμο του 1912 ο από του 1897 Έλληνας λοχαγός των Γαριβαλδινών Αλέξανδρος Ρώμας σχημάτισε «φάλαγγα εξ Ελλήνων ερυθροχιτώνων» που θα ενώνονταν με αντίστοιχο τάγμα Ιταλών Γαριβαλδινών που έσπευδαν και πάλι στην Ελλάδα.
Μετά τη συγκρότηση της νέας φάλαγγας αυτή προωθήθηκε στο μέτωπο όπου και διακρίθηκε στη μάχη του Δρίσκου, στην Ήπειρο, εναντίον μεγαλύτερης εχθρικής πίεσης. Στη διάρκεια όμως της υποχώρησης η φάλαγγα υπέστη μεγάλες απώλειες, μεταξύ των οποίων ήταν και ο Κερκυραίος εθελοντής τότε ποιητής Λορέντζος Μαβίλης που έπεσε υπέρ της πατρίδας.
Παραταύτα δύο χρόνια αργότερα το 1914 πάλι σώμα Ελλήνων Γαριβαλδινών (ερυθροχιτώνων) έδρασε υπό τον Αλέξανδρο Ρώμα στη περιοχή της αυτόνομης πλέον Ηπείρου.
Πηγή: el.wikipedia.org