Οι ταινίες του Visconti είναι μεγάλες και σε διάρκεια, για αυτό παρακαλούμε πολύ να έρχεστε στην ώρα σας.
Ιδιαίτερα παρακαλούνται οι θεατές που έρχονται για την δεύτερη ταινία να περιμένουν στο ισόγειο μέχρι να τελειώσει η πρώτη προβολή για να μην ενοχλούνται οι θεατές της πρώτης προβολής.
Επίσης μην ξεχνάτε να αφήνετε τα οχήματά σας στο κοντινό χώρο στάθμευσης.
Σας περιμένουμε!
Από την Βιβλιοθήκη
Αλίκη Τσουκαλά
——————
Λίγα λόγια για τις ταινίες
19.00 | Ο Ρόκο και τ’ αδέρφια του (Rocco e i sui fratelli) 1960
Διάρκεια:165 λεπτά.
Σενάριο: Λ. Βισκόντι, Βάσκο Πρατολίνι, Σούζι Τσέκι ντ’ Αμίκο.
Παίζουν: Ηθοποιοί: Αλέν Ντελόν, Ανί Ζιραρντό, Ρενάτο Σαλβατόρι, Κατίνα Παξινού, Κλαούντια Καρντινάλε, Σπύρος Φωκάς.
Ριζωμένη βαθιά στην παράδοση του ιταλικού νεορεαλισμού, όπως και δυο άλλες θαυμάσιες ταινίες του Λουκίνο Βισκόντι («Οσεσιόνε» και «Η γη τρέμει»), «Ο Ρόκο και τ’ αδέρφια του», που τώρα προβάλλεται αποκαταστημένη και σε επανέκδοση, παραμένει ένα από τα αναμφισβήτητα αριστουργήματα του σκηνοθέτη της. Η ταινία παρουσιάζει την ιστορία στη διάρκεια τριών χρόνων μιας πολυμελούς οικογένειας από το φτωχό Νότο (τη Σικελία) που μεταναστεύει στον πλούσιο Βορρά (το Μιλάνο, όπου αρχικά η ταινία είχε ψαλιδιστεί από την τοπική λογοκρισία εξαιτίας της «υπερβολικής βίας»). Ο Ρόκο, η μητέρα του και τα τέσσερα αδέρφια του φτάνουν στο Μιλάνο σε αναζήτηση δουλειάς: Ενα από τ’ αδέρφια, ο Σιμόνε (Σαλβατόρι), πρόσωπο χωρίς ηθικές αρχές, γίνεται μποξέρ, αντίθετα με τον καλοκάγαθο Ρόκο (Ντελόν). Είναι ακριβώς ανάμεσα στα δυο αυτά αδέρφια που δημιουργείται η σύγκρουση, εξαιτίας του έρωτα του Ρόκο για την πόρνη Νάντια (Ζιραρντό) την οποία βιάζει ο Σιμόνε, σύγκρουση η οποία και οδηγεί στη διάλυση της οικογένειας.
Ο Βισκόντι αντλεί από τη ρεαλιστική παράδοση για να αφηγηθεί με λεπτομέρεια και οπτική δύναμη την ιστορία του, στην οποία όμως προσθέτει, πάντα ισορροπημένα, στοιχεία του μελοδράματος (μελοδράματος που έχει τις ρίζες του στην όπερα) για να φτιάξει μια συγκλονιστική ταινία που κινείται με άνεση ανάμεσα στο ρεαλισμό και την όπερα. Σκηνές όπως εκείνη όπου ο Σιμόνε σπάει στο ξύλο τον Ρόκο και στη συνέχεια βιάζει τη Νάντια παραμένει μέχρι και σήμερα από τις πιο βίαιες, αλλά και δυνατές εικαστικά σκηνές που μας έδωσε ο σύγχρονος κινηματογράφος. Η μαυρόασπρη σινεμασκοπική φωτογραφία, με ένα μουντό, χιονισμένο Μιλάνο, η έξοχη μουσική του Νίνο Ρότα και οι θαυμάσιες ερμηνείες (μαζί κι εκείνη της Κατίνας Παξινού, στο ρόλο μιας μάνας-κουράγιο) μας προσφέρουν μια ταινία-σταθμό στην εξέλιξη του έργου του Βισκόντι αλλά και του σύγχρονου ιταλικού. ΚΡΙΤΙΚΗ: ΝΙΝΟΣ ΦΕΝΕΚ ΜΙΚΕΛΙΔΗΣ κινηματογράφου.
22.00 | Ο αθώος (L’ innocente) 1976
Διάρκεια:128 λεπτά
Σενάριο: Σούζο Τσέκι Ντ’ Αμίκο, Ενρίκο Μεντιόλι, Λουκίνο Βισκόντι, από μυθ. Γκαμπριέλε ντ’ Ανούντσιο.
Παίζουν: Τζιανκάρλο Τζιανίνι, Λάουρα Αντονέλι, Τζένιφερ Ο’ Νιλ, Ρίνα Μορέλι, Μάσιμο Τζιρότι..
Η παρακμή μιας κοινωνίας μέσα από την ιστορία ενός άπιστου αριστοκράτη που δεν μπορεί να αποδεχτεί ότι η γυναίκα του έχει εραστή. Επανέκδοση μιας έξοχης, εικαστικά όμορφης, ταινίας.
Η τελευταία ταινία του Λουκίνο Βισκόντι (πέθανε πριν προφτάσει να τελειώσει το μοντάζ της), που προβάλλεται σε επανέκδοση, είναι στο πνεύμα των ταινιών εκείνων του σκηνοθέτη, όπως «Η λεοπάρδαλις της Σικελίας», που καταπιάνονται με την παρακμή της αριστοκρατίας. Τη φορά αυτή ο Βισκόντι στρέφεται σε ένα κλασικό μελόδραμα του Ντ’ Ανούντσιο, γραμμένο το 1892, που αναφέρεται στην αριστοκρατία στα τέλη του 19ου αιώνα. Ο Τούλιο Χέρμιλ (ένας πολύ καλός Τζιανκάρλο Τζιανίνι), ένας άθεος αριστοκράτης, παντρεμένος με την Τζουλιάνα (μια αισθησιακή Λάουρα Αντονέλι), διατηρεί ερωτικό δεσμό με την κόμισσα Τερέζα Ράφο (η Τζένιφερ Ο’ Νιλ στο ρόλο μιας πανούργας γυναίκας). Αποξενωμένη από τον άντρα της, η Τζουλιάνα αρχίζει μια παθιασμένη σχέση με τον Φιλίπο Ντ’ Αρμπόριο, ένα νεαρό, επιτυχημένο συγγραφέα, σχέση που θα συγκλονίσει βαθιά τον Τούλιο με απρόσμενα αποτελέσματα.
Για μία ακόμη φορά, στο έργο του σκηνοθέτη, βρισκόμαστε στον κόσμο της αριστοκρατίας, κόσμο της χλιδής και του πλούτου, που έχει ήδη αρχίσει να παίρνει την κατιούσα. Η σχέση της γυναίκας του με άλλον άντρα οδηγεί τον μέχρι τότε σίγουρο για την οικογενειακή «τιμή» του Τούλιο σε αδιέξοδο. Οι απόψεις του για τη ζωή και την οικογένεια καταρρέουν. Με εξαίσια, βαριά χρώματα (η φωτογραφία είναι του Πασκουαλίνο ντε Σάντις) ο Βισκόντι περιγράφει, συχνά με χιούμορ, την κατάρρευση αυτή σε ένα ντεκόρ που εκφράζει την παρακμή, κινώντας τη μηχανή του με άνεση ανάμεσα στα πρόσωπα, τονίζοντας τα πάθη και τον αισθησιασμό των προσώπων (αισθησιασμός που κυριαρχεί στην ερωτική σκηνή Τζουλιάνας – Φιλίπο), ανατρέποντας τελικά το μελόδραμα του Ντ’ Ανούντσιο για να κάνει ένα σχόλιο (συχνά πικρό) πάνω στην ίδια την κοινωνία. ΚΡΙΤΙΚΗ: ΝΙΝΟΣ ΦΕΝΕΚ ΜΙΚΕΛΙΔΗΣ