Γ. Σουρῆς: “Ὦ Σῦρος, εἰς τούς βράχους σου εἶδα τό φῶς τοῦ κόσμου”
Γεννήθηκε στις 2.2.1853 στην Ερμούπολη της Σύρου. Η οικογένειά του ήταν εύπορη και ο πατέρας του ήθελε να τον κάνει παπά. Όταν η οικογένειά του χρεοκόπησε, ο πατέρας του τον έστειλε υπάλληλο στο κατάστημα ενός θείου του σιτέμπορου στη Ρωσία. Ο Σουρής όμως, ξεκίνησε να γράφει κρυφά τους στίχους του στα κατάστιχα και μετά από δύο μήνες αποχώρησε. Όταν ήλθε στην Αθήνα γράφτηκε στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Ωστόσο, δεν κατόρθωσε να πάρει πτυχίο μετά την απόρριψή του από τον καθηγητή του Σιμτέλο στο μάθημα της μετρικής, κατ΄ άλλους στα Λατινικά, γεγονός που του στοίχισε πολύ όπως διαπιστώνεται στους εκδικητικούς του στίχους. Για να βγάλει τον επιούσιο παρέδιδε μαθήματα και δημοσιογραφούσε.
Όπως σημείωνε τότε ο Σπύρος Μελάς, ο Σουρής είχε πλούσια πνευματικά προσόντα και πλούτο γνώσεων με συνέπεια να καταστεί εξαίρετος δημοσιογράφος της έμμετρης σάτιρας των γεγονότων της εποχής. Οι πρώτοι σατιρικοί του στίχοι δημοσιεύτηκαν στα περιοδικά “Ασμοδαίος”, “Μή χάνεσαι” του Βλάση Γαβριηλίδη και «Ραμπαγάς».
Η Εφημερίδα “Ο Ρωμηός”
|
Το πρώτο φύλλο της εφημερίδας του Σουρή, που ο Γεώργιος Δροσίνης τη βάφτισε «Ο Ρωμηός» |
Στις 2.4.1883, σε ηλικία 30 ετών έβγαλε το πρώτο φύλλο της εφημερίδας του (βλ.
ΕΔΩ),
που ο Γεώργιος Δροσίνης τη βάφτισε «Ο Ρωμηός», που ήταν μια έμμετρη εβδομαδιαία σατιρική εφημερίδα. Τον Αύγουστο έδωσε εξετάσεις στο Πανεπιστήμιο, αλλά κόπηκε «μετά πολλών επαίνων», όπως σατιρίζει, στη μετρική. Ο «Ρωμηός» κυκλοφόρησε ως τις 17 Νοεμβρίου 1918 (τελευταίο φύλλο), λίγο πριν το θάνατο του Σουρή, για 36 χρόνια και 8 μήνες, σε 1.444 συνολικά τεύχη και 2 παραρτήματα. Το 1900, στο Δημοτικό Θέατρο των Αθηνών, παρουσιάστηκαν με επιτυχία οι «Νεφέλες» του Αριστοφάνους, σε έμμετρη απόδοσή του. Έγραψε και αρκετές έμμετρες κωμωδίες, οι οποίες καυτηρίαζαν τα κακώς κείμενα της εποχής.
Οικογένεια
Ο Γ. Σουρής παντρεύτηκε το 1881, σε ηλικία 28 ετών την Μαρή Κωνσταντινίδη, από τη Χίο, του γένους Αργέντη Ροδοκανάκη, με την οποία και πέρασε μια ευτυχισμένη ζωή αποκτώντας πέντε παιδιά. Η γυναίκα του επέμενε πως είχε έξι, συμπεριλαμβάνοντας και τον σύζυγό της που “καθώς ήταν αδέξιος και ανέμελος” είχε πραγματική ανάγκη μητρικής στοργής και φροντίδας.
Ο Γεώργιος Σουρής πέθανε στο εξοχικό του στο Νέο Φάληρο στις 26 Αυγούστου 1919, σε ηλικία 66 ετών. Το πένθος για τον χαμό του ήταν πανελλήνιο και η κηδεία του έγινε δημοσία δαπάνη με τιμές στρατηγού. Μεταθανάτια του απονεμήθηκε το παράσημο του Ανώτατου Ταξιάρχη του Σωτήρος για τις υπηρεσίες του προς την πατρίδα. Το 1932 στήθηκε η προτομή του στον κήπο του Ζαππείου.
|
Η προτομή του Γεωργίου Σουρή στον Εθνικό Κήπο. Είναι έργο του Γεωργίου Δημητριάδη «Αθηναίου». Το έργο ανατέθηκε στον γλύπτη από τον Φιλολογικός Σύλλογος Παρνασσός, για να τιμηθεί ο σατυρικός ποιητής. |
Η περιγραφή της Σύρου
Στο απόσπασμα που ακολουθεί διαβάστε πως περιγράφει την Σύρο μέσα από μια επιστολή του στο φίλο του τον Περικλή…
Ὦ Σῦρος, εἰς τούς βράχους σου εἶδα τό φῶς τοῦ κόσμου,
ἐδῶ ἐγέννησαν κι’ ἐμέ τά σπλάγχνα τῆς μητρός μου,
διά νά σύρωμαι κι’ ἐγώ ‘στόν βόρβορον τῆς γῆς
ως Ἕλλην, ὡς Μπερτόδουλος, κι’ ἱππότης ἐναγής.
Ὦ Σῦρος, τρέξε σύσσωμος τόν Φασουλῆν νά ἴδης,
καί ἄν ἐπί τῶν βράχων σου καί τῶν ἀκτών τό πάλαι
ἐρέμβασε κι’ ἐψείριασε ὁ μέγας Φερεκύδης,
μά τώρα τόν Τσιροπινά καί τούς Μπουρλῆδες ψάλλε.
Ὦ εὔβοτος, ὦ εὔμηλος, ὦ νῆσος σύ τῶν ὄνων,
ποῦ τόν καιρόν ἐπέρασα τῶν παιδικῶν μου χρόνων,
σύ φέρε με εἰς ἔκστασιν, σύ ἔμπνευσον κι’ ἐμένα,
κι’ ἐκ τῶν πολλῶν Πηγάσων σου δός εἰς τόν ψάλτην ἕνα.
Δείτε ολόκληρη την επιστολή του, όπως δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα του “Ο Ρωμηός” στις 29.4.1889, ΕΔΩ
9 φορές προτάθηκε για το βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας
Ο θαυμασμός των συγχρόνων του προς τον Σουρή υπήρξε πολύ μεγάλος. Ο Κωστής Παλαμάς τον αποκαλούσε «γόητα ποιητήν». Θεωρήθηκε ως ο «Νέος Αριστοφάνης», εθνικός ποιητής, προτάθηκε 9 φορές για το βραβείο
Νόμπελ Λογοτεχνίας.
- 1907 από τον Γεώργιο Χατζηδάκη, πρώτο καθηγητής της Γλωσσολογίας και της Ινδικής Φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών
- 1907 κοινή πρόταση από 9 μέλη της Ελληνικής Ένωσης Καλλιτεχνών
- 1907 από το Νικόλαο Λεβίδη, Βουλευτή (η πρόταση έγινε από κοινού με 100 Βουλευτές)
- 1908 από το Σύμβουλο Εθνικής Εκπαίδευσης, Χανιά, Κρήτη
- 1909 από μεγάλο αριθμών μελών του Φιλολογικού Συλλόγου Παρνασσός
- 1909 κοινή πρόταση από τον Δημήτριο Πατσόπουλο, Καθηγητή Ιστορίας και τον Παύλο Καρολίδη, Ιστορικό, Πολιτικό, Καθηγητή Πανεπιστημίου
- 1911 από τον Πρόεδρο και το Γραμματέα της Ελληνικής Φιλολογικής Εταιρεία
- 1912 από τον Γεώργιο Χατζηδάκη, πρώτο καθηγητής της Γλωσσολογίας και της Ινδικής Φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών