Καταγραφή στοιχείων της αρχικής εγκατάστασης τους (1821-1824)
του Γιώργου Ξανθάκη
Είναι αλήθεια ότι η χιακή διασπορά, ιδίως μετά το 1822 και κυρίως ο εποικισμός από διασωθέντες της Σύρου, με αποτέλεσμα της πρώτης και ίσως μοναδικής ελληνικής πόλης ευρωπαϊκών προδιαγραφών, της Ερμούπολης, αποτελεί ένα συνεχώς προσφιλές θέμα της στήλης, με την ελπίδα ότι το αυτό ισχύει και για το αναγνωστικό της κοινό. Σε κάθε περίπτωση παραμένει θέμα με ανεξάντλητες εισέτι πηγές, πολύτιμες πληροφορίες και στοιχεία, όσον αφορά την πορεία της χιακής ομογένειας, όπου γης, την ανάπτυξη και πρόοδο που αυτή ακολουθεί, με βαρύνουσα συνδρομή στην αντίστοιχη του νεοσύστατου κράτους και του έθνους.
Η μεταπτυχιακή εργασία κ. Απ. Κουφοδήμου, εν έτη 2008, μας διαφωτίζει με πολλές λεπτομέρειες, για το πρώτο διάστημα της διασποράς στα νησιά του Αιγαίου, τη Σύρο ειδικότερα, αλλά και τις ευρωπαϊκές χώρες.
Με τίτλο «Η συμβολή τους στη δημιουργία και στην οικονομική ανάπτυξη της Ερμούπολης» ο ερευνητής αναγνωρίζει ομοίως ότι πρόκειται για θέμα ευρέως γνωστό, όμως «… εντούτοις θεωρώ ότι έρχεται να καλύψει ένα ιστορικό κενό, που εντοπίζεται στη µη ύπαρξη εξειδικευμένων ιστορικών µελετών, επικεντρωμένων αποκλειστικά στον καθοριστικό ρόλο που επιτέλεσαν οι Χίοι πρόσφυγες στις διαδικασίες δημιουργίας, εδραίωσης και ανάπτυξης της Ερμούπολης», όπως αναφέρει στο εισαγωγικό σημείωμα της μελέτης του.
Οι πρώτοι οικιστές της Σύρου
Η άλλοτε λιπαρωτάτη Χίος, το πιο πλούσιο νησί του Αιγαίου Πελάγους, κυριολεκτικά αφανίστηκε. Από ένα πληθυσμό που υπερέβαινε τις 100.000, ελάχιστοι απέμειναν. Η πλειονότητα των κατοίκων της είτε σφαγιάσθηκε, είτε αιχμαλωτίσθηκε το 1822. Ο Λουκάς Ράλλης, εκ των επιφανεστέρων Χίων διασωθέντων και πρώτων οικιστών της Σύρου καταγράφει: «Τεσσαράκοντα χιλιάδες γυναικόπαιδα ηνδραποδίσθησαν κατ’ αυτό το κατάστιχον του Τούρκου Τελώνου της Χίου. Μετά την καταστροφήν της νήσου, ο διαφυγών τον ανδραποδισµόν και την µάχαιραν λαός, µόλις το εν τρίτον κατέφυγεν εις τα διάφορα µέρη της ελεύθερης Ελλάδος και πολλά µικρόν µέρος εις την χριστιανικήν Οι Χίοι πρόσφυγες κατέφυγαν αρχικά στα γειτονικά νησιά του Αιγαίου Πελάγους και κυρίως στην Τήνο, τη Μύκονο, την Κέα και την Άνδρο. Άλλοι από αυτούς μεταφέρθηκαν στα Ψαρά, αλλά και σε µέρη της Ηπειρωτικής Ελλάδας, όπως η Πελοπόννησος και ο Πειραιάς. Επίσης οι πλέον εύποροι εξ αυτών επέλεξαν ως τόπο εγκατάστασής τους τα Επτάνησα, αλλά και χώρες της της ∆υτικής Ευρώπης όπου υπήρχαν ακµάζουσες παροικίες Χίων εµπόρων». Οι περισσότεροι από αυτούς εγκαταστάθηκαν στη Σύρο, στην οποία είχαν ήδη συγκεντρωθεί από τον Απρίλιο του 1821 οι πρώτες οικογένειες Χίων, λόγω της εκστρατείας που πραγματοποίησε ο ελληνικός στόλος το έτος αυτό, µε σκοπό την απελευθέρωση της πατρίδας τους. Στους ήδη καταφυγόντες συμπατριώτες τους, προστέθηκαν οι πρόσφυγες του 1822. Με βάση τη σύνταξη των πρώτων δημοτολογίων, προκύπτει ότι το έτος αυτό, εγκαταστάθηκαν μονίμως στη Σύρο 309 άτομα με τις οικογένειές τους, εκ των οποίων τα 158 ήταν Χίοι. Η έλευση των Χίων προσφύγων πάντως συνεχίστηκε αμείωτη και κατά το επόμενο διάστημα.
Η ασφάλεια της Σύρου
O αριθμός των Χίων που εγκαταστάθηκαν στη Σύρο από το 1821 και μετά, 15 οικογένειες Χίων προσφύγων εγκαταστάθηκαν το 1821, δημιουργώντας τον πρώτο πυρήνα της χιακής παροικίας. Ακολουθούν οι διασωθείσες οικογένειες του 1822. Σύμφωνα µε την εφημερίδα «Ερµής», «οκτώ χιλιάδες οικογένειαι, µη δυνάµεναι να φέρωσιν όπλα, φυσικώς όντες αδύναµοι κατώκησαν την Τήνον, εκ των οποίων τινές ήρχισαν να πορίζονται τα αναγκαία των, δια της συνδροµής του Ερµού. Αλλ’ η έλλειψις λιµένος της νήσου ταύτης, η επισυµβάσα κατά το έτος 1823 πανώλις, τινά πολιτικά αίτια και η ακατάλληλος θέσις της νήσου ταύτης, ηνάγκασαν τινάς εξ αυτών να ζητήσουν άσυλον και ασφαλέστερον και καταλληλότερον µέρος δια το εµπόριόν των και ως τοιούτον επέλεξαν την νήσον Σύρον, είναι όµως γνωστόν ότι κατέφυγαν εις Κέαν πρώτον, όπου οι κάτοικοι ηρνήθησαν έδαφος προς εγκατάστασιν εκ φόβου του τουρκικού στόλου».
Οι χιακές οικογένειες που εγκαταστάθηκαν στη Σύρο το 1823, υπολογίζονται σε 110. Ανάµεσά τους, ξεχωρίζουν οι οικογένειες του Αντωνίου Μπενάκη, του φαναριώτικης καταγωγής τραπεζίτη Ευστρατίου Νεγρεπόντε και των αδελφών Ιάκωβου και Λουκά Ράλλη. Το τελευταίο μαζικό προσφυγικό ρεύμα προς τη Σύρο σημειώθηκε το 1824. Η καταστροφή των Ψαρών, ανάγκασε πολλούς Χίους που έως τότε κατοικούσαν εκεί να εγκατασταθούν στη Σύρο. Ο αριθμός των οικογενειών που εγκαταστάθηκαν αυτή τη χρονιά, υπερβαίνει τον αντίστοιχο των τριών προηγουμένων ετών. Ξεχωρίζουν οι οικογένειες των Σταµατίου Κ. Πρωίου, του γιατρού Ιωάννη Πρασακάκη, των εµπόρων – τραπεζιτών Στέφανου Ζυγοµαλά και Ζαννή Πετροκόκκινου, του Νικολάου Ράλλη, αλλά και του ∆ηµητρίου Βαφιαδάκη, κατοπινού δημάρχου Ερµουπόλεως. Η επιλογή της Σύρου ως τόπου, προσωρινής έστω εγκατάστασης, υπήρξε συνισταμένη τριών κυρίως παραγόντων: -Οι δύσκολες συνθήκες διαβίωσης άλλων περιοχών της επαναστατημένης Ελλάδας, εξανάγκασαν πολλούς πρόσφυγες να εγκαταλείψουν τις αρχικές εστίες διαμονής τους. – Η γεωγραφική θέση του νησιού, προσέφερε σημαντικότατα πλεονεκτήματα στις ομάδες προσφύγων που ασχολούνταν στα προεπαναστατικά χρόνια µε το εμπόριο και ιδιαίτερα στους Χίους, και – Η ουδετερότητα του νησιού στα πρώτα χρόνια της Επανάστασης, γεγονός που αποτέλεσε για τους πρόσφυγες και την κυριότερη αιτία εγκατάστασης. Όπως σημείωνε ο Λουκάς Ράλλης, «Αρξαµένης της Ελληνικής επαναστάσεως του 1821 και πανταχόθεν της Τουρκίας καταδιωκοµένων των Ελλήνων, κατέφυγαν πολλοί εις την Σύρον, πρώτον καθότι ήτο θέσις επίκαιρος και ευλίµενος, δεύτερον διότι οι κάτοικοι αυτής πρεσβεύοντες κατά το πλείστον το λατινικόν δόγµα, ήσαν ανύποπτοι απέναντι της Τουρκικής κυβερνήσεως και ως εκ τούτου επροστατεύετο η Νήσος των παρ’ αυτής».
Πηγή: politischios.gr