Στο «Πανόραμα της Σύρου» υπό Κ. Γερασιμίδη και επιμελεία Ε. Μονογυιού, (σελ 141, έκδοση 1933), διαβάζουμε ότι: «Η Φιλαρμονική είναι Μουσικός Σύλλογος που ιδρύθηκε το 1869 με απόφαση του Δήμου Ερμουπόλεως με σκοπό τη διάδοση της μουσικής και τη ψυχαγωγία των συμπολιτών μας, με μουσικοδιδάσκαλο τον Δελφίνο Σπινέλη.
Διδάσκαλοι της Φιλαρμονικής διετέλεσαν οι καλύτεροι τότε και οι πλέον διακεκριμένοι στην Ελλάδα μουσικοί μεταξύ των οποίων ο Ουβέρτος Πέργολας, Μ. Κάμπιγχας, Αλβέρτος Άνδλοβιτζ, Λαμούρας, Γκομφιώτης και ο διασημότερος όλων Αντώνιο Μπιφέρνο (Antonio Biferno).»
Η Αντιδήμαρχος Πολιτισμού Σύρου – Ερμούπολης, κα Θωμαή Μενδρινού, χαιρετίζοντας παλαιότερα την έναρξη των επετειακών εκδηλώσεων για τα 150 χρόνια από την ίδρυση της Φιλαρμονικής του Δήμου Σύρου – Ερμούπολης στο θέατρο Απόλλων, είχε αναφερθεί στην ιστορική διαδρομή της αναφέροντας μεταξύ άλλων:
«Η συγκεκριμένη εταιρεία διαλύθηκε το 1872, αλλά σύντομα γύρω στο 1880, η Σχολή Απόρων Παίδων αναλαμβάνει να αποκαταστήσει τη μουσική παιδεία του τόπου με τη δημιουργία ενός μουσικού τμήματος του οποίου ηγήθηκαν ο Σπινέλης και ο Παν. Λοβέρδος. Η μουσική παιδεία άνθισε το 1894 με την ίδρυση του Συλλόγου «Φιλόμουσοι Σύρου» από φιλόμουσους Ερμουπολίτες με κύριο έργο τη διδασκαλία της ωδικής και οργανικής μουσικής και την ίδρυση της φιλαρμονικής μπάντας, η οποία συμμετείχε σε τακτικές υπαίθριες συναυλίες αλλά και σε πανελλήνιες γιορτές και εκδηλώσεις. Πρόεδρος του Συλλόγου ήταν ο Εμμ. Ελευθεριάδης. Τη διεύθυνση ανέλαβαν αξιόλογοι μουσικοί, όπως ο Πέργολάς, Λαμούρας, Γκομφιώτης, Κάμπιγχας, Μπιφέρνο και Άνδλοβιτζ.
Μάλιστα η Φιλαρμονική είχε φτάσει σε τέτοιο σημείο προόδου, που κατά τη «φωτεινή πομπή» των Ολυμπιακών Αγώνων, κατόπιν διαταγής του τότε διαδόχου Κωνσταντίνου, ως Προέδρου των Αγώνων, τέθηκε επικεφαλής της πομπής.
Αργότερα, με δωρεά του Θεόδωρου Πάγκαλου κτίστηκε για τη φιλαρμονική μπάντα μαρμάρινη εξέδρα επί της Πλατείας Μιαούλη και παραπλεύρως τους αδριάντα του ήρωα. Η Φιλαρμονική Σύρου παιάνιζε κάθε Πέμπτη και Κυριακή τις ωραιότερες όπερες και οπερέτες προς τους περιπατητές της Πλατείας.
Κατά την εποχή που ο αυτοκράτορας της Γερμανίας Γουλιέλμος Β’ (1859-1941) παραθέριζε στην Κέρκυρα στο «Αχίλλειο» (το οποίο αγόρασε το 1907 στο οποίο και διέμενε κατά τις τακτικές ανοιξιάτικες επισκέψεις του στη Κέρκυρα έως το 1914, οπότε κηρύχθηκε ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος), θέλησε να απολαύσει Φιλαρμονικές από όλη την Ελλάδα, την Κέρκυρα, την Πάτρα, την Ζάκυνθο, την Σύρο. Στον καλλιτεχνικό διαγωνισμό που πραγματοποιήθηκε το πρώτο βραβείο κατέκτησε η Φιλαρμονική της Σύρου με αρχιμουσικό τον Ιταλό Αντόνιο Μπιφέρνο ο οποίος αφιέρωσε μια σύνθεση του** στη Σύρο.»
Φυσικά η προσφορά της Φιλαρμονικής δεν σταμάτησε εκεί. Συνέχισε να χαρίζει τις μελωδίες της και να συμμετέχει σε θρησκευτικές εορτές, εθνικές επετείους, να καλείται από Σωματεία ώστε να συμμετάσχει στον εορτασμό τους και γενικά έδινε το παρόν όποτε απαιτούνταν.
«Ο μουσικός μας θίασος ἐξετέλεσεν ἑπτά δημοσίας συναυλίας ἐν Ἀθήναις καί ἐν Πειραιεί»
Δεν πέρασε απαρατήρητη η παρουσία της Φιλαρμονικής όσο ήταν εκτός της Σύρου. Όπως αναφέρει το ρεπορτάζ της Εφημερίδας «Πατρίς» (φ.2092/3.5.1906) με τίτλο «ΦΙΛΟΜΟΥΣΟΙ ΣΥΡΟΥ» (βλ. το φύλλο της παρακάτω):
«Παραλαμβάνομεν ἐκ τοῦ “Ἀπόλλωνος»
Κατά τό δεκατετραήμερον διάστημα καθ’ ὅ ὁ μουσικός μας θίασος διέμεινεν ἐν Ἀθήναις χάριν τῶν ἀγώνων ἐξεπλήρωσε τήν ἀποστολήν του πλέον ἤ ἐπαρκῶς καἰ καθεῖξε μεταξύ τῶν ἄλλων ἐκεῖ μουσικῶν θιάσων θέσιν ἐξέχουσαν. Οὔτω καθ’ ἑκάστην ἐν τῷ Σταδίῳ ἐξετέλει ὑπηρεσίαν, παιανίζουσα ἐκεῖ. Ἔπειτα ἑν Νέῳ Φαλήρῳ κατά τους ναυτικούς ἀγῶνας, ἐξετέλεσεν ἑπτά δημοσίας συναυλίας ἐν Ἀθήναις καί ἐν Πειραιεί καταχειροκροτηθεῖσα, μόνη δέ αὔτη ἐκ τῶν μουσικῶν τῶν διαφόρων πόλεων τῆς Ἐλλάδος ἔλαβε τήν τιμήν νά παιανίσῃ ὑπό τά Ἀνάκτορα κάτα τήν ἀλλαγήν τῆς φρουρᾶς, ἀντί τῆς στρατιωτικῆς μουσικῆς, Ὑψηλῇ ἐπινεύσει, συγχαρητήρια δεχθεῖσα ἡ μουσική μας διά τό τέλειον ἐν τῃ ἐκτελέσας καί τῆς συναυλίας ταύτης.
Ἐπίσης ἐν τῇ ἐν Φαλήρῳ μεγάλῇ ἑορτῇ ἤν ὁ κ. Πεσμετζόγλου πρός τιμήν τῶν ξένων ἔδωκε καθ’ ἤν παρέστη ἡ Βασιλική Οἰκογένεια, αἱ διάφοραι ξένες ἐν Ἑλλάδι ἐπισημότητες, καί ἀντιπρόσωποι τῶν ξένων Κρατῶν, ἐκλήθη ἐξ ἐκτιμήσεως μόνη ἡ μουσική τῆς Σύρου να φαιδρύνη τήν ἑορτήν μετά τῆς στρατιωτικῆς μουσικῆς καί τῆς τοῦ ἐκεῖ ὁρμοῦντος Ἰταλικοῦ θωρηκτοῦ.
Ἡ τοιαύτη δρᾶσις τῆς μουσικῆς μας ἀντανακλῶσα καί εἰς τήν Σῦρον τιμᾶ αὐτήν πολύ, καί δέν κρίνομεν ἄσκοπον νά φέρωμεν εἰς γνῶσιν τῶν συμπολιτῶν μας ὄτι ὁ Ἱταλός κατά τούς ἀγῶνας ἀντιπρόσωπος κ. Γκουέρα ἐπῄνεσε τήν μουσικήν μας, τά πρωτεῖα δίδων εἰς αὐτήν, καί προσέθεσεν εἰς τούς λόγους του τούτους ὅτι «ἡ Σῦρος πρωτεύσασα εἰς τήν μουσικήν, ἀναμφιβόλως θά ἐπρώτευε καί εἰς τόν ἀθλητισμόν, ἐάν καί εἰς τοῦτον ἐλάμβανε μέρος».
Ὄθεν δίκαιον και δημοσίᾳ νά ἐκφρασθῶσιν ἐπί τούτοις συγχαρητήρια εἰς τόν πρόεδρον τοῦ Συλλόγου κ. Ἐμμανουήλ Ἐλευθεριάδην, τά λοιπά μέλη τοῦ διοικητικοῦ συμβουλίου, τόν ἀρχιμουσικόν κ. Ἄνδλοβιτζ καί τούς καλούς μουσικούς μας.»
Αυτή ήταν η πρώτη και η τελευταία έξοδος της Φιλαρμονικής από την Σύρο και ειδικότερα από την Ερμούπολη για διαφορετικούς λόγους κάθε φορά. Φυσικά το κόστος μετακίνησης της ήταν και παραμένει απαγορευτικό.
Οι Ολυμπιακοί Αγώνες της Αθήνας το 1906
Οι Ολυμπιακοί Αγώνες της Αθήνας το 1906 (22/4 – 2/5/1906)* αποτελούν μια ιδιαίτερη Ολυμπιακή περίπτωση. Παρά τα δεινά τα οποία είχε υποστεί η Ελλάδα από τον άτυχο πόλεμο του 1897, οι κορυφαίοι φίλαθλοι της εποχής πίστευαν ότι μπορούσαμε άνετα να επαναλάβουμε τους Αγώνες και μάλιστα με επιτυχία να τους διοργανώνουμε κάθε 4 χρόνια στην κοιτίδα τους. Βέβαια αυτό ήταν αντίθετο με το παγκόσμιο πνεύμα που είχε εμφυσήσει ο Βαρώνος Πιερ ντε Κουμπερτέν, ο οποίος είχε αναλάβει την προεδρία της ΔΟΕ, μετά το θάνατο του Δημητρίου Βικέλα. Η διοργάνωση των Διεθνών Ολυμπιακών Αγώνων του 1906 δεν είχε απόλυτα τη σύμφωνη γνώμη της ΔΟΕ, αλλά δεν ήθελε πάλι (η ΔΟΕ) να δείξει και μια έντονη αντίθεση. Με το δικαιολογητικό του εορτασμού των 10 ετών από την πρώτη διοργάνωση, οι Αγώνες διοργανώθηκαν με τον τίτλο «Ολυμπιακοί Αγώνες εκτός σειράς». Πράγματι τελέσθηκαν, αποτέλεσαν το μεγάλο αθλητικό γεγονός της χρονιάς και στη συνέχεια αναγνωρίσθηκαν επίσημα.
Η έναρξη των Αγώνων έγινε βεβαίως στο Παναθηναϊκό Στάδιο, παρουσία του Βασιλιά Γεωργίου Α’, του Βασιλιά Εδουάρδου της Μ. Βρετανίας και 75.000 θεατών, σχεδόν της ολότητας των Αθηναίων. Οι ξένοι αθλητές έμεναν στο Ζάππειο Μέγαρο, που ήταν και το πρώτο Ολυμπιακό Χωριό. Όχι όμως και οι 370 (περίπου) Έλληνες, οι οποίοι έλαβαν μέρος στους Αγώνες.
Στη Μεσολυμπιάδα ο κ. Σόλων Ι. Βλαστός (βλ. παλαιότερο άρθρο ΕΔΩ), ο πρώτος Συριανός εκδότης καθημερινής ελληνόφωνης εφημερίδας στην Αμερική, στις 3.5.1906 υποδέχθηκε την Αμερικάνικη Αποστολή μαζί με τους φίλους τους, στη βίλα του «Ατλαντίς» στα υψώματα της Κηφισιάς, όπου απόλαυσαν τη θέα προς το Μαραθώνα. Παρών ήταν και ο γνωστός Γ. Κηπιώτης, ο οποίος είχε υπηρετήσει στα σχολεία από το 1899 έως και το 1936, ήτοι 37 συναπτά χρόνια, τα περισσότερα ως γυμναστής, -και μόνο προς το τέλος της σταδιοδρομίας του δίδαξε για 5 χρόνια ιστορία και θρησκευτικά- είχε αποκτήσει μεγάλη διδακτική εμπειρία.
Παρών στην υποδοχή του βασιλικού ζεύγους της Αγγλίας κατά την άφιξη τους στην Αθήνα, ήταν ο δήμαρχος Πειραιά Παύλος Δαμαλάς – ένας από από τους υιούς του Αμβρόσιου Δαμαλά (Δημάρχου Ερμούπολης, 1853-1862) μετά της συζύγου του και της κόρης του, όπως αναφέρει στα συνεχή ρεπορτάζ της η εφημερίδα «Αθήναι».
*Οι ημερομηνίες τέλεσης των Αγώνων διαφέρουν λόγω (κυρίως) του παλαιού και του νέου ημερολογίου που είχε αρχίσει να ισχύει στην Ευρώπη. Οι ελληνικές ημερομηνίες τέλεσης είναι: 9 Απριλίου – 22 Μαΐου 1906. Οι αναφερόμενες από τη ΔΟΕ είναι: 22 Απριλίου – 2 Μαΐου 1906.
**Ο “Ύμνος Προς Την Σύρον” υπό Antonio Biferno – Αφιερούται Τοις Φιλόμουσοις Ερμουπολίταις
Πλήρης δημοσιογραφική κάλυψη: James Edward Sullivan (1862-1914), επιμ. (1906) (στα Αγγλικά). Νέα Υόρκη: American Sports Publishing Company.