Αυτήν την Τετάρτη 18 Ιανουαρίου 2012 συνεχίζοντας το αφιέρωμα στον Luchino Visconti θα προβάλλουμε δύο ακόμα ταινίες του, το ρεαλιστικό αριστούργημα “Η γη τρέμει” και το υπέροχο μελόδραμα “Senso”.
Οι ταινίες του Visconti είναι μεγάλες και σε διάρκεια, για αυτό παρακαλούμε πολύ να έρχεστε στην ώρα σας.
Ιδιαίτερα παρακαλούνται οι θεατές που έρχονται για την δεύτερη ταινία να περιμένουν στο ισόγειο μέχρι να τελειώσει η πρώτη ταινία για να μην ενοχλούνται οι θεατές της πρώτης προβολής.
ΠΡΟΣΟΧΗ: Η πρώτη ταινία θα προβληθεί στις 7.00 μμ και η δεύτερη στις 10.00 μμ.
Επίσης μην ξεχνάτε να αφήνετε τα οχήματά σας στο κοντινό χώρο στάθμευσης.
Σας περιμένουμε!
Από την Βιβλιοθήκη
Αλίκη Τσουκαλά
————————
Λίγα λόγια για τις ταινίες:
19.00 | La terra trema – Η γη τρέμει
Παραγωγή: Ιταλική (1948) – Διάρκεια : 160’ – Σενάριο: Λουκίνο Βισκόντι, βασισμένο στο μυθιστόρημα «Ι Malavoglia” του Giovanni Verga –
Σκηνοθεσία: Λουκίνο Βισκόντι – Μουσική: Ουίλι Φερέρο. Παίζουν: οι κάτοικοι του παραθαλάσσιου χωριού της Σικελίας Τρέτσα
“Η γη τρέμει, δεύτερη ταινία του Λουκίνο Βισκόντι, αποτελεί το πρώτο μέρος μιας τριλογίας αφιερωμένης στους εργάτες της Σικελίας που δεν ολοκληρώθηκε ποτέ. Αφού έμεινε έξι μήνες στη Σικελία ο Βισκόντι αποφάσισε να μεταφέρει το μυθιστόρημα του Τζιοβάνι Βέργκα “I Malavoglia” χρησιμοποιώντας πραγματικούς χωρικούς ως ηθοποιούς και γράφοντας το σενάριο στη σικελική διάλεκτο. Στο ψαροχώρι Τρέτσα, παρακολουθούμε την ζωή των κατοίκων, μέσα από την οικογένεια Βαλάστρο που θέλει να ξεφύγει από την μέγκενη των χονδρεμπόρων. Οι Βαλάστρο, παλεύοντας ενάντια στη φύση και την κοινωνία, χάνουν όλα τους τα υπάρχοντα: το σπίτι και τη βάρκα. Αυτό που κερδίζουν είναι η ταξική τους συνειδητοποίηση.
“Ήθελα να κάνω μια ταινία απ’ το μυθιστόρημα του Βέργκα λέει ο σκηνοθέτης. Πιστεύοντας ότι η δύναμη του μυθιστορήματος βρισκόταν στο μουσικό, εσωτερικό ρυθμό του, το κλειδί της κινηματογραφικής μου προσέγγισης ήταν ακριβώς στο να πιάσω, να κάνω αισθητή την μαγεία αυτού του ρυθμού. Ένας ρυθμός που δίνει το θρησκευτικό και φαταλιστικό τόνο της αρχαίας τραγωδίας σ’ αυτά τ’ ασήμαντα γεγονότα της καθημερινότητας, σ’ αυτή τη σελίδα του επαρχιακού “χρονικού ” που εγγράφεται ανάμεσα στο μονότονο μουρμούρισμα των κυμάτων που χτυπούν στα βράχια και το ασυνείδητο, χαρούμενο τραγούδι του Ρόκο Σπάτου”.
Ο Βισκόντι κατορθώνει να κάνει μια “παράδοξη σύνθεση ρεαλισμού και εστετισμού” (Μπαζέν) και ν’ απογειώσει στο χώρο της όπερας ένα κοινό μελόδραμα…
… Θα μπορούσε να πέσει στην παγίδα του άχρωμου ντοκιμαντέρ ή να υποστεί τις δυσμενείς συνέπειες ενός διδακτικού μαρξιστικού έργου. Στην εποχή της η ταινία κατηγορήθηκε από μια μερίδα κριτικών για τα πολιτικά της αποφθέγματα: η πολιτική ωρίμανση των ηρώων θεωρήθηκε παρακινδυνευμένα ελπιδοφόρα. Ύστερα όμως από τόσα χρόνια, αυτό που μένει είναι ο μετεωρισμός του σκηνοθέτη ανάμεσα στην ομορφιά των κινηματογραφικών μέσων και στην απάνθρωπη ασχήμια της πραγματικότητας, μια ισορροπία σε τεντωμένο σκοινί που έχει σαν αποτέλεσμα ένα ρεαλιστικό αριστούργημα για το οποίο έγραψε ο Μπαζέν: “Οι ψαράδες του Βισκόντι είναι αληθινοί ψαράδες, αλλά βαδίζουν όπως οι πρίγκηπες της Τραγωδίας και οι ήρωες της Όπερας, ενώ η αξιοπρέπεια της φωτογραφίας δανείζει στα κουρέλια τους την αριστοκρατικότητα Αναγεννησιακού κεντήματος”.”
Παραγωγή: Ιταλική (1954) – Διάρκεια : 121’ – Σενάριο: Λουκίνο Βισκόντι – Σκηνοθεσία: Λουκίνο Βισκόντι – Παίζουν: Αλίντα Βάλι, Φάρλεϋ Γκραίηντζερ, Μάσιμο Τζιρότι, Σέρτζιο Φαντόνι
Το «Σένσο» (1954) μας μεταφέρει στην κατεχόμενη από τους Αυστριακούς Βενετία του 1866, για να ζήσουμε την τραγική ιστορία μιας μεγάλης αγάπης. Ο Βισκόντι ζωντανεύει μια εποχή με αξεπέραστο τρόπο, όμως πέρα από το ξέσπασμα ενός λαού κυριαρχεί το ερωτικό πάθος της ηρωίδας του για έναν νεαρό Αυστριακό λιποτάκτη.
Τα πρόσωπα, όμως, παίρνουν ουσιαστικότερες διαστάσεις.
Η κόμισσα Λίβια Σερπιέρι προδίνει τον αγώνα τής πατρίδας της μπροστά στο αχαλίνωτο πάθος της, ενώ ο Φραντς Μάλερ, ο εραστής της, ψυχρός κι αναίσθητος, φτάνει στο τέλος που τον συνθλίβει, βλέποντας έναν κόσμο που καταρρέει…
Είναι οι καταραμένοι εραστές μιας κοινωνίας που οδηγείται σε αφανισμό, ενώ το επαναστατικό στοιχείο σμίγει με το παραλήρημα ενός σπαρακτικού έρωτα και τη μουσική του Μπρούκνερ (7η συμφωνία).